επιρρίπτω κατηγορίες

επιρρίπτω κατηγορίες
imputar c'arrecs

Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • μεμψιβολώ — μεμψιβολῶ, έω (Α) επιρρίπτω κατηγορίες. [ΕΤΥΜΟΛ. < *μεμψίβολος] …   Dictionary of Greek

  • προπηλακίζω — ΝΑ 1. ρίχνω σε κάποιον λάσπη, τόν αλείφω με πηλό, καλύπτω κάποιον με βόρβορο ή τόν ρίχνω στη λάσπη, λασπώνω 2. μτφ. περιλούω κάποιον με ύβρεις και κατηγορίες, διασύρω, εξυβρίζω, εξευτελίζω κάποιον αρχ. επιρρίπτω κατηγορία σε κάποιον («εἴ τις… …   Dictionary of Greek

  • προσεπαιτιώμαι — άομαι, Α κατηγορώ περισσότερο κάποιον μαζί με άλλους, προσυπογράφω μαζί με άλλους κατηγορίες εναντίον κάποιου («προεπαιτιάσασθαι τὸν Φάβιον ὡς...», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ἐπαιτιῶμαι «κατηγορώ, επιρρίπτω ευθύνες»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”